3189 melas {mel'-as} 显然是字根字; TDNT - 4:549,577; 形容词 AV - black 3; 3 1) 黑色的, 漆黑的 ( 太5:36 启6:5,12 ) |
03189 μέλας, μέλαινα, μέλαν,所ανος或 αίνης ,比较级μελανώτερος 形容词 「黑」头发( 利13:37 ) 太5:36 (反于λευκός)。指在哀悼时所穿的衣服。「黑」衣,μ. ὡς σάκκος τρίχινος黑像毛布, 启6:12 。启示文学用的颜色;带其它的, 启6:5 (参 亚6:2,6 并见πυρρός-SG4450)。中性:τὸ μέλαν, ανος 墨水,ἐπιστολὴ ἐγγεγραμμένη μέλανι信用墨写的, 林后3:3 。διὰ μέλανος καὶ καλάμου γράφειν用笔墨, 约叁1:13 。διὰ χάρτου καὶ μέλανος用纸墨, 约贰1:12 。* |
3189 melas {mel'-as} apparently a root word; TDNT - 4:549,577; adj AV - black 3; 3 1) black 2) black ink |